- συσφίγγονται
- συσφίγγωbind close togetherpres ind mp 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
βαρέλι — το 1. δοχείο που αποτελείται από σανίδες οι οποίες συσφίγγονται κυκλικά με ξύλινη ή μεταλλική στεφάνη και έχουν δύο παράλληλους πυθμένες, βαγένι: Θα σας δώσω κρασί απ το παλιό βαρέλι. 2. κάθε μεγάλο μεταλλικό κυλινδρικό δοχείο: Στάζει το βαρέλι… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
επίδεσμος — ο 1. αυτό με το οποίο επιδένουμε κάτι. 2. (ιατρ.), ταινία από απολυμασμένο ύφασμα με την οποία περιβάλλουμε για θεραπευτικούς σκοπούς τραύμα, πληγή ή άρρωστο μέρος του σώματος. 3. (ιατρ.), φρ., «σκληρός επίδεσμος», επίδεσμος με τον οποίο… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)